εκπρόσωποι οργανώσεων βιομηχανιών μεταποίησης φρούτων αλλά και παραγωγοί α’ ύλης από χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Αργεντινή, η Χιλή, η Αυστραλία, η Κίνα, η Ισπανία και φυσικά η Ελλάδα.
Στη διάρκειά του κατατέθηκαν οι εκθέσεις των 8 χωρών, που αναφέρονται στην εξέλιξη της παραγωγής τους τα τελευταία χρόνια. Πιο συγκεκριμένα, έγινε αναφορά στις καλλιεργούμενες εκτάσεις, τις ποικιλίες, την παραγωγή συμπύρηνου ροδακίνου, βερυκόκου και αχλαδιού, τις ποσότητες που παρήχθησαν από τα παραπάνω προϊόντα, τόσο σε μορφή κομπόστας, όσο και χυμού ή κατεψυγμένων προϊόντων. Ακόμη έγινε αναφορά στο κόστος της α’ ύλης, του κουτιού, της ζάχαρης, της εργασίας κ.τ.λ.
Κοινή διαπίστωση ήταν ότι ιδίως η χρονιά που πέρασε χαρακτηρίστηκε από σημαντική μείωση της παραγωγής, τόσο σε κομπόστα ροδακίνου, όσο και σε χυμό. Η μείωση αυτή οφείλεται σε ιδιαίτερα προβληματικές καιρικές συνθήκες (παγετοί, χαλάζια κ.τ.λ.) στη χώρα μας, όπως και στις Αργεντινή, Χιλή, Ν. Αφρική αλλά και στην Κίνα.
Όπως είναι φυσικό, η θεαματικά μειωμένη παραγωγή οδήγησε σε μεγάλη αύξηση τιμών της α’ ύλης, αλλά και των τελικών προϊόντων. Οι αυξημένες όμως αυτές τιμές φαίνεται ότι δεν απορροφήθηκαν τουλάχιστον στο σύνολό τους από την αγορά. Ως αποτέλεσμα διαπιστώνεται σημαντική μείωση της κατανάλωσης της κομπόστας ροδακίνου. Το ίδιο συμβαίνει και με το χυμό ροδακίνου, που σε αρκετές περιπτώσεις αντικαταστάθηκε από χυμούς άλλων φρούτων.
Είναι προφανές λοιπόν ότι για την ισορροπία της αγοράς απαιτείται ένα άλλο επίπεδο τιμών ενδεχομένως ελκυστικότερο για τους καταναλωτές και πλέον ανταγωνιστικό προς ομοειδή προϊόντα όπως ο ανανάς.
Πάντως σε επίπεδο εξαγωγών η χώρα μας εξακολουθεί να κατέχει τα σκήπτρα της παγκόσμιας αγοράς, αφού είναι μακράν ο πρώτος εξαγωγέας.
Οι ελληνικές εξαγωγές κομπόστας ροδακίνου κυμαίνονται τα τελευταία χρόνια περί τους 270.000 τόννους έναντι 130-140.000 τόννους του αμέσως επόμενου εξαγωγέα, που είναι η Κίνα.
Οι σύνεδροι είχαν την ευκαιρία να επισκεφτούν φυτείες συμπυρήνων ροδακίνων, αλλά και βιομηχανικές εγκαταστάσεις, που λειτουργούσαν με τα τελευταία ροδάκινα της περιόδου.
Το σημαντικότερο όμως γεγονός, που σημάδεψε το συνέδριο, ήταν η ανακοίνωση της εκτίμησης της μελλοντικής παραγωγής στη χώρα μας από τον Πρόεδρο της Ε.Κ.Ε.
Με βάση τις έντονες φυτεύσεις των δυο τελευταίων ετών, εκτιμάται ότι η παραγωγή στη χώρα μας θα προσεγγίσει από την περίοδο 2016 και μετά (με την προϋπόθεση καλών καιρικών συνθηκών) τις 600.000 τόννους ροδακίνων, από 400-450.000 που είναι σήμερα. Η εκτίμηση αυτή ανατρέπει τις υπάρχουσες ισορροπίες και προβλημάτισε έντονα τους συνέδρους.
Με την ευκαιρία, η Ε.Κ.Ε. επιθυμεί να συστήσει στους παραγωγούς μας αυτοσυγκράτηση στη φύτευση νέων οπωρώνων συμπύρηνου ροδακίνου.
Η φύτευση νέων δένδρων θα πρέπει να γίνεται σε συνεργασία με τη βιομηχανία, ώστε να είναι διασφαλισμένη η απορρόφησή τους.