ΑΡΓΕΝΤΙΝΗ: Η οικονομική κρίση επιστρέφει

Στα έγκατα της γης ψάχνει λύσεις η πρόεδρος της Αργεντινής...

Θα αρ­χί­σου­με την πα­ρου­σία­ση λί­γο δια­φο­ρε­τι­κά. Οι συ­νέ­πειες της κλι­μα­τι­κής αλ­λα­γής δεί­χνουν ζωη­ρά τα δό­ντια τους στην πε­ριο­χή του Μπουέ­νος Άι­ρες. Στα τέ­λη του 2013, το θερ­μό­τε­ρο έ­πια­σε το ι­στο­ρι­κό ρε­κόρ των 40 βαθ­μών. Επί­σης, οι κα­ται­γί­δες αυ­ξή­θη­καν 30%, σε σχέ­ση με το 1960. Τον Απρί­λιο, 67 ά­το­μα πνί­γη­καν και τον Δε­κέμ­βριο, δύο ά­το­μα σκο­τώ­θη­καν α­πό τους ι­σχυ­ρούς α­νέ­μους.
Η Πα­γκό­σμια Τρά­πε­ζα προ­ει­δο­ποιεί ό­τι μια ά­νο­δος της πλα­νη­τι­κής θερ­μο­κρα­σίας κα­τά τέσ­σε­ρις βαθ­μούς θα ε­πη­ρεά­σει ση­μα­ντι­κά τη Λ. Αμε­ρι­κή. Υπεύ­θυ­νη για το 12,5% των πα­γκό­σμιων εκ­πο­μπών α­ε­ρίων, η πε­ριο­χή θα δει πα­ρα­θα­λάσ­σιες πε­ριο­χές να πλημ­μυ­ρί­ζουν, θα αυ­ξη­θούν οι κα­ται­γί­δες και οι τυ­φώ­νες κα­θώς και οι ξη­ρα­σίες, που θα μειώ­σουν την καλ­λιερ­γή­σι­μη γη.

Η οι­κο­νο­μία προ κρί­σης

Οι αρ­γε­ντί­νοι, ό­μως, έ­χουν προς το πα­ρόν να α­ντι­με­τω­πί­σουν πιο «ά­με­σα» προ­βλή­μα­τα. Μέ­χρι την πρό­σφα­τη κρί­ση, τα πράγ­μα­τα δεν έ­μοια­ζαν κα­θό­λου με την ε­πο­χή της κρί­σης του 2001. Η οι­κο­νο­μία διέ­νυε ό­ντως έ­να δύ­σκο­λο μο­νο­πά­τι που χα­ρα­κτη­ρι­ζό­ταν α­πό υ­ψη­λό πλη­θω­ρι­σμό, πτώ­ση των α­πο­θε­μά­των σε σκλη­ρό νό­μι­σμα, στα­δια­κή υ­πο­τί­μη­ση του νο­μί­σμα­τος και δη­μο­σιο­νο­μι­κό έλ­λειμ­μα που ε­ξυ­πη­ρε­τεί­το με έκ­δο­ση και­νούρ­γιου χρή­μα­τος. Ωστό­σο, οι α­ριθ­μοί δεν ή­ταν κα­θό­λου κα­κοί: το δη­μό­σιο και ι­διω­τι­κό χρέ­ος ή­ταν υ­πό έ­λεγ­χο, οι τρά­πε­ζες ή­ταν στα­θε­ρές, οι τι­μές των α­γα­θών προς ε­ξα­γω­γή ή­ταν υ­ψη­λές. Επί­σης, διε­θνή κε­φά­λαια εν­δια­φέ­ρο­νταν να α­γο­ρά­σουν ε­ται­ρίες και το χρη­μα­τι­στή­ριο εί­χε α­πο­γειω­θεί. Η κυ­βέρ­νη­ση προ­σπα­θού­σε να πε­ρά­σει τις α­πα­ραί­τη­τες δύ­σκο­λες α­πο­φά­σεις στη διά­δο­χό της με­τά τις ε­πό­με­νες προ­ε­δρι­κές ε­κλο­γές σε δύο χρό­νια. Οι α­ντί­πα­λοί της δεν δέ­χτη­καν την ε­πι­λο­γή για με­τά­θε­ση των α­πο­φά­σεων και α­παι­τού­σαν ά­με­ση υ­πο­τί­μη­ση του νο­μί­σμα­τος, πε­ριο­ρι­σμό των κοι­νω­νι­κών πα­ρο­χών -οι ο­ποίες ό­ντως γί­νο­νται με τύ­πω­ση και­νούρ­γιου χρή­μα­τος, με α­πο­τέ­λε­σμα να φου­σκώ­νει ο πλη­θω­ρι­σμός- και με­γά­λη μείω­ση των μι­σθών.
Η σύ­γκρου­ση πε­ριο­ρί­στη­κε στο ζή­τη­μα των συ­ναλ­λαγ­μα­τι­κών α­πο­θε­μά­των. Η στρα­τη­γι­κή της κυ­βέρ­νη­σης για έ­λεγ­χο της α­γο­ράς συ­ναλ­λάγ­μα­τος κα­τέρ­ρευ­σε. Οι αρ­γε­ντι­νοί, α­πει­λού­με­νοι α­πό τον πο­λύ υ­ψη­λό πλη­θω­ρι­σμό και φο­βού­με­νοι την ε­περ­χό­με­νη με­γά­λη υ­πο­τί­μη­ση, τρέ­χουν να με­τα­τρέ­ψουν με κά­θε τρό­πο τα πέ­σος σε δο­λά­ρια. Οι ε­ξα­γω­γι­κές ε­ται­ρείες βγά­ζουν τα κέρ­δη τους στο ε­ξω­τε­ρι­κό. Τα α­πο­θέ­μα­τα λι­γο­στεύουν κά­θε μέ­ρα. Κα­θώς η Αργε­ντι­νή δεν μπο­ρεί να τυ­πώ­σει δο­λά­ρια εί­ναι υ­πο­χρεω­μέ­νη να δια­θέ­τει συ­νάλ­λαγ­μα σε αρ­κε­τή πο­σό­τη­τα για να κά­νει τις α­πα­ραί­τη­τες ει­σα­γω­γές. Η κυ­βέρ­νη­ση στην αρ­χή της κρί­σης δί­στα­σε να προ­βεί σε στή­ρι­ξη του πέ­σος. Όταν, ό­μως, στην αρ­χή του χρό­νου ο­ξύν­θη­κε η κα­τά­στα­ση α­να­γκά­στη­κε να το κά­νει για να μην κα­ταρ­ρεύ­σει ε­ντε­λώς η ι­σο­τι­μία. Έτσι, ό­μως, τα α­πο­θέ­μα­τα σε δο­λά­ρια λι­γο­στεύουν συ­νέ­χεια και η κυ­βέρ­νη­ση α­να­ζη­τεί με νέο δα­νει­σμό α­πε­γνω­σμέ­να συ­νάλ­λαγ­μα.
Η υ­πο­τί­μη­ση ε­νός ε­θνι­κού νο­μί­σμα­τος ευ­νο­εί το με­γά­λο κε­φά­λαιο, τους ε­ξα­γω­γείς, το διε­θνές κε­φά­λαιο που θέ­λει να κά­νει α­γο­ρές στην χώ­ρα. Βλά­πτει τους ερ­γα­ζό­με­νους, ό­σους παίρ­νουν κρα­τι­κές πα­ρο­χές, το μι­κρό κε­φά­λαιο που κι­νεί­ται στην ε­σω­τε­ρι­κή α­γο­ρά. Η υ­πο­τί­μη­ση δεν δη­μιουρ­γεί κοι­νω­νι­κή ι­σό­τη­τα, και α­κό­μα και αν βο­η­θά­ει την α­ντα­γω­νι­στι­κό­τη­τα, κά­τι που δεν εί­ναι σί­γου­ρο, ση­μαί­νει με­τα­φο­ρά πό­ρων α­πό τα κά­τω προς τα πά­νω. Οι α­ντί­πα­λοι της κυ­βέρ­νη­σης έ­χουν κερ­δί­σει αυ­τόν τον γύ­ρο.
Για τον πο­λύ γνω­στό και στην χώ­ρα μας α­ρι­στε­ρό οι­κο­νο­μο­λό­γο Κλα­ού­ντιο Κατζ οι κυ­βερ­νη­τι­κές το­πο­θε­τή­σεις πά­νω στα αί­τια της κρί­σης εί­ναι α­νε­παρ­κής: «Οι κυ­βερ­νη­τι­κοί κεϊνσια­νοί δεν βλέ­πουν τα ό­ρια μια πο­λι­τι­κής που στη­ρί­ζε­ται α­πο­κλει­στι­κά στην αύ­ξη­ση της ζή­τη­σης. Πέ­φτουν στην α­φε­λή ε­κτί­μη­ση ό­τι η ζή­τη­ση θα προ­κα­λέ­σει αυ­τό­μα­τα πα­ρα­γω­γι­κές ε­πεν­δύ­σεις. Υπο­θέ­τουν μια θε­τι­κή α­πά­ντη­ση των ε­πι­χει­ρη­μα­τιών ξε­χνώ­ντας άλ­λες με­τα­βλη­τές, ό­πως το ρί­σκο και η κερ­δο­φο­ρία. Τα τε­λευ­ταία δύο χρό­νια η προώ­θη­ση της ε­σω­τε­ρι­κής ζή­τη­σης μέ­σω κρα­τι­κών δα­πα­νών με τυ­πω­μέ­νο χρή­μα ο­δή­γη­σε σε αύ­ξη­ση του πλη­θω­ρι­σμού. Αυ­τό έ­φτα­σε στα ό­ριά του και η κυ­βέρ­νη­ση τώ­ρα εί­ναι στρι­μωγ­μέ­νη. Η κυ­βέρ­νη­ση εί­ναι υ­πο­χρεω­μέ­νη να μειώ­σει τον πλη­θω­ρι­σμό και να πε­ριο­ρί­σει το χρή­μα που μπαί­νει στη α­γο­ρά μειώ­νο­ντας κρα­τι­κές δα­πά­νες και τα φι­λο­λαϊκά προ­γράμ­μα­τα».

Κυ­βερ­νη­τι­κή α­να­δί­πλω­ση

Για τον Κατζ οι α­να­πτυ­ξια­κές πο­λι­τι­κές της κυ­βέρ­νη­σης έ­χουν φτά­σει στα ό­ριά τους. Το μο­ντέ­λο αυ­τό έ­φε­ρε αλ­λα­γές στην οι­κο­νο­μι­κή πο­λι­τι­κή ευ­νοϊκές για τα λαϊκά στρώ­μα­τα, αλ­λά πα­ρή­γα­γε πλη­θω­ρι­σμό, προ­βλή­μα­τα με την ι­σο­τι­μία του πέ­σος και δη­μο­σιο­νο­μι­κό έλ­λειμ­μα. Το κυ­βερ­νη­τι­κό μο­ντέ­λο α­πο­μα­κρύν­θη­κε α­πό τη νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη ορ­θο­δο­ξία αλ­λά χω­ρίς να πά­ρει –εί­ναι ζή­τη­μα αν ο κοι­νω­νι­κός συ­σχε­τι­σμός το ε­πέ­τρε­πε- μέ­τρα για μια πραγ­μα­τι­κή α­να­δια­νο­μή του πλού­του που πα­ρά­γε­ται στη χώ­ρα και χω­ρίς έ­να σχέ­διο πα­ρα­γω­γι­κής α­να­συ­γκρό­τη­σης. Η κυ­βέρ­νη­ση προ­σπά­θη­σε να φο­ρο­λο­γή­σει τα υ­πέ­ρο­γκα κέρ­δη του α­γρο­τι­κού το­μέα, αλ­λά το 2008 ητ­τή­θη­κε α­πό έ­να με­γά­λο κί­νη­μα που δη­μιουρ­γή­θη­κε ε­να­ντίον της –στο ο­ποίο για διά­φο­ρους λό­γους συμ­με­τεί­χε και κομ­μά­τι της α­ρι­στε­ράς- και πα­ρά­τη­σε τη μά­χη. Από αυ­τή τη στιγ­μή αρ­χί­ζει και η κυ­βερ­νη­τι­κή α­να­δί­πλω­ση. Η κυ­βέρ­νη­ση δια­τή­ρη­σε την πο­λι­τι­κή η­γε­μο­νία, αλ­λά το κρά­τος έ­μει­νε χω­ρίς πό­ρους για να ε­φαρ­μό­σει τη φι­λο­λαϊκή της πο­λι­τι­κή. Όταν τα ση­μά­δια της πα­γκό­σμιας κρί­σης έ­φτα­σαν και στην Αργε­ντι­νή το μο­ντέ­λο μπού­κω­σε. Η α­πο­γοή­τευ­ση α­πό την κυ­βέρ­νη­ση εί­ναι α­νά­λο­γη με τις προσ­δο­κίες που υ­πήρ­χαν για την το­πι­κή α­στι­κή τά­ξη. Η κυ­βέρ­νη­ση στή­ρι­ξε αυ­τό τον το­μέα με με­γά­λα πο­σά α­να­μέ­νο­ντας ως α­ντάλ­λαγ­μα ε­πεν­δύ­σεις. Αλλά αυ­τές οι ε­πι­χο­ρη­γή­σεις κα­τέ­λη­ξαν στις τσέ­πες φί­λων της κυ­βέρ­νη­σης χω­ρίς να πρά­ξουν κα­νέ­να πα­ρα­γω­γι­κό α­πο­τέ­λε­σμα.
Η κυ­βέρ­νη­ση έ­χει κά­νει μια με­γά­λη στρο­φή στις σχέ­σεις με το διε­θνές κε­φά­λαιο. Από την μια, ε­πι­διώ­κει να κά­νει έ­ναν συμ­βι­βα­σμό με τους πα­λιούς της δα­νει­στές πλη­ρώ­νο­ντας τα πα­λιά κρα­τι­κά χρέη για να μπο­ρέ­σει να α­ντι­δα­νει­στεί α­πό τις διε­θνείς α­γο­ρές με­τά α­πό πολ­λά χρό­νια. Και α­πό την άλ­λη, δί­νει τα πά­ντα για να φέ­ρει ε­πεν­δύ­σεις στη χώ­ρα.
Η κυ­βέρ­νη­ση με­τά την α­πο­ζη­μίω­ση που θα δώ­σει στην REPSOL για την κρα­τι­κο­ποίη­ση των ε­γκα­τα­στά­σεών της, ε­τοι­μά­ζε­ται να πα­ρα­χω­ρή­σει στην Chevron ά­δεια ε­ξό­ρυ­ξης των shale-oil με την πε­ρι­βαλ­λο­ντο­κτό­να μέ­θο­δο του fracking. Ας ση­μειώ­σου­με ό­τι αυ­τό θα γί­νει και στην Ευ­ρώ­πη με­τά την άρ­νη­ση της Ε.Ε. να την α­πα­γο­ρεύ­σει. Στην Ελλά­δα τέ­τοια κοι­τά­σμα­τα υ­πάρ­χουν στην Θρά­κη.
Την πε­ρίο­δο των κυ­βερ­νή­σεων Κίρ­χνερ 70 ε­ξο­ρυ­κτι­κές πο­λυε­θνι­κές ε­γκα­τα­στά­θη­καν στις Άνδεις για ε­ξο­ρύ­ξεις σε α­νοι­κτό πε­δίο με ε­πι­κίν­δυ­να χη­μι­κά και κα­τα­σπα­τά­λη­ση των υ­δά­τι­νων πό­ρων. Αντί­στοι­χα, διευ­ρύ­νε­ται η πα­ρα­χώ­ρη­ση δα­σών για την πα­ρα­γω­γή της σό­γιας και ε­νι­σχύε­ται το μο­νο­πώ­λιο της Monsanto.

Δύ­σκο­λη ε­ξί­σω­ση

Οι κυ­βερ­νή­σεις των Κίρ­χνερ ε­φάρ­μο­σαν με συ­νέ­πεια έ­να πρό­γραμ­μα α­νά­πτυ­ξης της χώ­ρας χω­ρίς ρή­ξη με τον κα­πι­τα­λι­σμό. Ού­τως ή άλ­λως ό­λες -δε­ξιές και α­ρι­στε­ρές- οι κυ­βερ­νή­σεις της Λ. Αμε­ρι­κής κι­νή­θη­καν μέ­σα στο ί­διο πλαί­σιο. Εφό­σον α­ξιό­πι­στες προ­τά­σεις για έ­να α­ξιό­πι­στο σο­σια­λι­στι­κό με­τα­σχη­μα­τι­σμό δεν φαί­νε­ται να υ­πάρ­χουν, μο­να­δι­κή πραγ­μα­τι­κή α­ντι­πο­λί­τευ­ση στις κυ­βερ­νή­σεις εί­ναι κυ­ρίως με­ρι­κές ι­θα­γε­νι­κές και α­γρο­τι­κές κοι­νό­τη­τες που προ­σπα­θούν να σώ­σουν τα ε­δά­φη τους α­πό την ε­πέ­κτα­ση των ε­ξο­ρυ­κτι­κών και α­γρο­τι­κών εκ­με­ταλ­λεύ­σεων στις ο­ποίες προ­χω­ρούν ό­λες οι χώ­ρες της η­πεί­ρου. Από την άλ­λη, ό­μως, τα φτω­χά και με­σαία ερ­γα­τι­κά και λαϊκά στρώ­μα­τα δεν εν­δια­φέ­ρο­νται για τις οι­κο­λο­γι­κές συ­νέ­πειες τέ­τοιων ε­πεν­δύ­σεων. Το μο­να­δι­κό τους μέ­λη­μα εί­ναι η αύ­ξη­ση του ει­σο­δή­μα­τος τους. Η ε­ξί­σω­ση σί­γου­ρα εί­ναι δύ­σκο­λο να λυ­θεί. Ο ί­διος το Κατ­ζ, ε­ξάλ­λου, θεω­ρεί ό­τι ο λαός έ­χει πολ­λές α­νά­γκες να κα­λύ­ψει γι’ αυ­τό και δεν συμ­φω­νεί με την ι­δέα της α­πο­α­νά­πτυ­ξης και της πρό­τα­σης για «ε­πι­στρο­φή στη φύ­ση».
 
Νί­κος Μα­νω­λάς
Ομα­δα Resistencias

Leave a Reply