Καθώς η Αργεντινή βρίσκεται ακόμη (και θα εξακολουθήσει να βρίσκεται) εκτός διεθνών χρηματαγορών, έχει καταστεί σαφές ότι η βιωσιμότητα της χώρας συναρτάται πλήρως με την επίτευξη διττού πλεονάσματος, δημοσιονομικού και εμπορικού. Κατά συνέπεια, η εμπορική πολιτική της αργεντινής κυβέρνησης στον τομέα των εισαγωγών είναι ιδιαίτερα προστατευτική, και ιδίως στους κλάδους όπου υφίσταται εγχώρια παραγωγή.
Σύμφωνα με όσα αναφέρει σχετική ανακοίνωση του γραφείου Εμποτικών και Οικονομικών Υποθέσεων της ελληνικής Πρεσβείας στο Μπουένος Άιρες πρωταρχικός στόχος της Αργεντινής είναι η διατήρηση του εμπορικού της πλεονάσματος (προκειμένου να διατηρηθεί πλεονασματικό και το δημοσιονομικό σκέλος, η Αργεντινή προβαίνει και σε φορολόγηση των εξαγωγών της).
Χαρακτηριστικό παράδειγμα των περιοριστικών μέτρων είναι η υποχρέωση για κάθε εταιρεία που πραγματοποιεί εισαγωγές να εξάγει προϊόντα τουλάχιστον ίσης αξίας. «Η κατάσταση αυτή βαίνει επιδεινούμενη, καθώς, δια της διοικητικής απόφασης υπ. αριθμ. 3252 υποχρεούνται οι αργεντινοί εισαγωγείς να υποβάλλουν στις φορολογικές αρχές της χώρας δήλωση προθέσεως εισαγωγής (Jurada Anticipada de Importación) και να ζητήσουν προέγκριση της εισαγωγής. Η εν λόγω προέγκριση απαιτείται για όλα τα προϊόντα και όλες τις χώρες, συμπεριλαμβανομένων των χωρών MERCOSUR. Η απάντηση δίδεται σε 3-10 ημέρες», αναφέρει η ανακοίνωση.
Και προστίθεται: «Εφόσον η ανωτέρω προέγκριση χορηγηθεί, υφίσταται μια εκτενής λίστα 600 δασμολογικών κωδικών, οι οποίοι χρειάζονται την έκδοση άδειας εισαγωγής (Licencia de Importación) από το Υπουργείο Εσωτερικού Εμπορίου Αργεντινής. Η απάντηση δίδεται σε 60 ημέρες (ή περισσότερο).
Σε κάποιες περιπτώσεις η άδεια δεν εκχωρείται με την αιτιολογία ότι το συγκεκριμένο αγαθό δύναται να παραχθεί εγχωρίως, ενώ σε άλλες περιπτώσεις ζητείται από τον εισαγωγέα να ελαττώσει τις τιμές CIF ή τις ποσότητες που επιθυμεί να εισάγει. Ακόμη όμως και σε περίπτωση έγκρισης, σε πολλές περιπτώσεις η διαδικασία αποδεικνύεται αδιαφανής και χρονοβόρα, καθώς έχουν σημειωθεί καθυστερήσεις έως και έξη μηνών.
Επιπλέον, με την διοικητική πράξη 232 (Internal Note No 232, 7/5/2010), προκειμένου το Εθνικό Ινστιτούτο Τροφίμων (Instituto Nacional de Alimentos – INAL) να εκδώσει το απαραίτητο “πιστοποιητικό ελεύθερης κυκλοφορίας” για τα εισαγόμενα τρόφιμα (κάτι που προηγουμένως ήταν απλώς μια γραφειοκρατική τυπικότητα), υποχρεούται να ζητήσει την σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Εσωτερικού Εμπορίου. Το εν λόγω μέτρο έχει πλήξει ιδιαιτέρως τις εισαγωγές της Αργεντινής σε τυριά, γκουρμέ τρόφιμα, ζυμαρικά και ελαιόλαδο, ενώ σταμάτησε εντελώς τις ελληνικές εξαγωγές κομπόστας ροδάκινου, το οποίο ήταν παραδοσιακά από τα σημαντικότερα εξαγώγιμα προϊόντα μας στην Αργεντινή.
Όπως καθίσταται αντιληπτό εκ των ανωτέρω, τόσο η αγορά της Αργεντινής όσο και οι προϋποθέσεις και διαδικασίες εισαγωγής είναι ιδιόμορφες και ευμετάβλητες παράμετροι. Ουδείς μπορεί να εγγυηθεί ότι οι γραμμές αυτές θα ισχύουν και σε ποιο βαθμό όταν θα τις διαβάσει ο ενδιαφερόμενος επιχειρηματίας.
Ανάλογα με το προϊόν, και πόσο ανταγωνιστικό είναι αυτό προς την εγχώρια παραγωγή της χώρας, η εφαρμογή των περιοριστικών μέτρων μπορεί να είναι από τυπική έως απαγορευτική για την εισαγωγή.
Σε καθεστώς έκδοσης μη αυτόματης άδειας εισαγωγής υπάγονται κυρίως βιομηχανικά προϊόντα. Ενδεικτικά: παιχνίδια, ποδήλατα, μοτοσικλέτες, ηλεκτρολογικό εξοπλισμό, κλωστοϋφαντουργικά, παπούτσια, ελαστικά, σιδερένιους σωλήνες, μηχανολογικό εξοπλισμό, βασικά μέταλλα και αντικείμενα εξ αυτών, πολυτελή αυτοκίνητα, ανταλλακτικά αυτοκινήτων, έπιπλα, οικιακές συσκευές, θερμαντήρες, αντικείμενα εσωτερικής διακόσμησης, χαρτί, ηλεκτρικές συσκευές, τρόφιμα, φαρμακευτικά, προϊόντα γυαλιού, χημικά προϊόντα, κινητά τηλέφωνα. Η εισαγωγή των προϊόντων αυτών στην Αργεντινή είναι αυτή της στιγμή ιδιαίτερα δύσκολη.
Αλλά και τα τρόφιμα υπάγονται σε υγειονομικούς περιορισμούς και φυτοπαθολογικούς ελέγχους (νωπά), οι οποίοι συνδέονται με την λειτουργία του Εθνικού Ινστιτούτου Τροφίμων (INAL) και της Εθνικής Υπηρεσία Ασφάλειας και Ποιότητας Τροφίμων (SENASA), ενώ ειδικοί κανονισμοί ισχύουν για τα προϊόντα ζωικής προέλευσης.
Ένα ακόμη, μη δασμολογικό, εμπόδιο στις εισαγωγές τροφίμων-ποτών προέρχεται από άτυπες απευθείας οδηγίες της αργεντινής κυβέρνησης προς εισαγωγείς τροφίμων και σουπερμάρκετ για περιορισμό ή και αναστολή των εισαγωγών. Η κατάσταση καθίσταται δυσχερέστερη λόγω των περιορισμών στην κτήση συναλλάγματος που εφαρμόζει η κυβέρνηση της χώρας. Οι εν λόγω περιορισμοί επεκτάθηκαν προσφάτως και στον επαναπατρισμό κερδών αλλοδαπών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται μέσω θυγατρικών εταιρειών ή κοινοπραξιών στην Αργεντινή».
Ήδη οι εμπορικοί εταίροι της Αργεντινής αντιδρούν σε αυτή την κατάσταση: Η Ε. Επιτροπή (τον Μάιο), καθώς και οι ΗΠΑ, Ιαπωνία και Μεξικό (τον Αύγουστο) έχουν υποβάλλει προσφυγές ενώπιον του ΠΟΕ, ενώ η Βραζιλία εφαρμόζει σιωπηρά εμπορικά αντίμετρα.
«Τέλος, σε συνέχεια της εθνικοποίησης της YPF εν μία νυκτί από την Αργεντινή Κυβέρνηση, η Ισπανία έθεσε περιορισμούς στις εισαγωγές βιοκαυσίμων σόγιας από την Αργεντινή (η εξαγωγή τους είναι ζωτικής σημασίας για την Αργεντινή). Με την σειρά της η Αργεντινή, απαντώντας και στις ανωτέρω προσφυγές, υπέβαλλε προσφυγή εναντίον της Ε.Ε. ενώπιον του ΠΟΕ (έχει επίσης υποβάλλει και προσφυγή εναντίον των ΗΠΑ για περιοριστικά μέτρα κατά των εισαγωγών κρέατος και λεμονιών από την Αργεντινή). Όμως, κατόπιν σχετικών καταγγελιών του European Biodiesel Board για dumping και εξαγωγικές επιδοτήσεις, η Ε. Επιτροπή ξεκίνησε διαδικασίες διερεύνησης antidumping και antisubsidies, στις 29 Αυγούστου και 10 Νοεμβρίου τρέχοντος έτους αντίστοιχα, για τα εισαγόμενα βιοκαύσιμα από την Αργεντινή (και την Ινδονησία)», καταλήγει η ανακοίνωση.
Επιστροφή